- υποχοντρία
- υποχοντρία, η και υποχονδρία, η1. μορφή νευρασθένειας που χαρακτηρίζεται από μεγαλοποίηση της σημασίας συνηθισμένων σωματικών ενοχλημάτων και που προκαλεί στον άρρωστο άγχος για την υγεία του και κατάθλιψη.2. το να είναι κανείς δύστροπος, σκυθρωπός, ακοινώνητος, η λυπομανία.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.